H S. ήταν ένα πρόσωπο με πολλές προσδοκίες. Προσδοκίες από τη ζωή, τη δικαιοσύνη, τον Θεό, την καλή πίστη, τη θετική ενέργεια, τους φίλους, το ένστικτο, τους συντρόφους, το χάρισμα. Προσδοκίες που ματαιώνονταν ή επιβεβαιώνονταν, εναλλάξ, αφήνοντας ωστόσο εκείνη σταθερά σε θέση αναμονής. Περίμενε να επιβεβαιωθεί ή να διαψευστεί, να χαρεί ή να πονέσει, να ξανασηκωθεί ή να παραιτηθεί, να θυμώσει ή να συγχωρέσει. Οι προσδοκίες της, ωστόσο, δεν σταματούσαν ποτέ -μικρές ή μεγαλύτερες, σημαντικές ή ασήμαντες- ήταν εκεί.
Ούτε κι εγώ κατάλαβα πότε έπαψα να περιμένω. Δεν είχα καν συνειδητοποιήσει ότι για καιρό περίμενα. Περίμενα όσα έγιναν να ξεχαστούν. Όσα δεν έγιναν, να συμβούν. Όσα έγιναν λάθος, να γίνουν επιτέλους σωστά, κι όσα ειπώθηκαν να γίνουν παρελθόν. Περίμενα να δω μπροστά μου να πραγματώνονται τα ήδη πεπραγμένα του μυαλού μου. Ο έρωτας να μη σβήσει, η αγάπη να γίνει αγάπη όπως τη νιώθω και την έχω ανάγκη, οι παρεξηγήσεις να γίνουν απλές εξηγήσεις, η αλήθεια και η καθαρότητα να λάμψουν και οι εχθροί να γίνουν φίλοι.
Σαν αναμονή σε λάθος σταθμό, όπου όσα τρένα κι αν περάσουν, πηγαίνουν προς την ίδια, αντίθετη από την προσδοκώμενη, κατεύθυνση κι αναρωτιέσαι πότε θα έρθει το "σωστό".
Την ημέρα που έπαψα να περιμένω δεν έγινε τίποτα διαφορετικό από τις προηγούμενες. Δεν υπήρξε κανένα δείγμα της μάταιης αναμονής μου, ούτε εμφανίστηκε καμία φωτεινή υπενθύμιση πως περιμένω άδικα, σε λάθος αποβάθρα. Απλά, σαν από σύμπτωση, ήξερα πως δεν περιμένω πια. Πως ό, τι ήταν να έρθει για μένα σε αυτή τη στιγμή, είχε έρθει. Ό, τι ήταν να αλλάξει, είχε αλλάξει. Είχα γευτεί όσα πικρά και γλυκά ήταν να γευτώ σε αυτό το ταξίδι -ήξερα πια πως περιμένοντας, μόνο διάψευση επιπλέον προσδοκιών μου επιφύλασσε το αύριο. Κι εκεί, έπαψα πια να περιμένω.
Η αλήθεια είναι πως υπήρξε μια φωτεινή επιγραφή στον δρόμο της S. Μια ερωτική απογοήτευση, ένα χτύπημα στην καρδιά, που μόνο φωτεινό δεν ήταν τότε για εκείνη, αλλά της άνοιξε τον ορίζοντα, της έδειξε τις πολλαπλές αποβάθρες που την περίμεναν. Μια ερωτική προδοσία, που παραλίγο να τις στερήσει τα όνειρά της, τις βαθύτερες προσδοκίες της, αυτές στις οποίες είχε επενδύσει όλες τις μικρότερες, τις καθημερινές. Τα όνειρά της για μια άλλη ζωή, κάπου αλλού, κάπως αλλιώς, με έμπνευση κατευθείαν από την ψυχή, χωρίς άλλες αναμονές από τρίτους, κινδύνευσαν να βυθιστούν στο όνομα της καρδιάς -μα η πραγματική αγάπη, δεν πονάει, λένε. Κι εκεί, έπαψε πια να περιμένει. Άφησε πίσω της κάθε προσδοκία και κάθε προσμονή, καθετί που την κρατούσε ριζωμένη σε ένα "περίμενε", σε μια αγωνία κατάρριψης και σε ένα ζητούμενο άγνωστο, και άρχισε να τρέχει εκείνη μπροστά, μπροστά και από τις προσδοκίες της, να τις προλάβει, πριν γεννηθούν, να τις χτίσει όπως ήθελε, να τις κάνει πράξη -η φωτεινή της επιγραφή πλέον έγραφε: Είμαι Ελεύθερη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Write me your comments